Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

Κουτσούνης και Τρομοκρατία της ομορφιάς

Στάθη Κουτσούνη: Η τρομοκρατία της ομορφιάς. Ποίηση. Εκδόσεις Μεταίχμιο. Αθήνα 2004. Σελ. 48.

Το ανά χείρας ποιητικό βιβλίο του Στάθη Κουτσούνη, που πρωτοεμφανίστηκε στα 1987 με την ποιητική συλλογή: «Σπουδές για Φωνή και Ποίηση» (εκδόσεις «Υάκινθος») και συνέχισε την ποιητική του διαδρομή με τα βιβλία: «Τρύγος αιμάτων» (Εκδόσεις «Σμίλη», 1991) και «Παραλλαγές του μαύρου» (Εκδόσεις «Δελφίνι»,1998) είναι το τέταρτο κατά σειράν και το πιο ώριμο, ίσως.
Ο ποιητής γεννήθηκε στα 1959 στη Νέα Φιγαλεία, όπου και έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια για να εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα μέσα στο κλίμα της αστικής μετανάστευσης που χαρακτηρίζει σε μεγάλο βαθμό την ιστορία του Ελληνικού κράτους κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Δεν ξέρω αν και πόσο έχει επηρεάσει ο γενέθλιος τόπος και η ζωή σ’ αυτόν το έργο του. Μάλλον όχι. Τα δημοσιευμένα κείμενα δεν δείχνουν κάτι τέτοιο, όπως π.χ. δείχνουν μια βαθιά επίδραση της μουσικής και του πνεύματός της, όπου φαίνεται ότι έχει κάνει κάποιες σχετικές σπουδές.
Η πρώτη ποιητική συλλογή του Στάθη Κουτσούνη, όπως το λέει εν μέρει και ο τίτλος της, είναι σπουδές πάνω στην ποίηση, μια πρώτη απόπειρα για την ακρίβεια να αρθρώσει, σε κάποια σημεία με επιτυχία, τον δικό του αυτόνομο και αυτεξούσιο ποιητικό του λόγο μέσα από τη συνεχή διαπάλη έρωτα και θανάτου. Η λέξη «φωνή» ενδέχεται να έχει τη διπλή σημασία που παρουσιάζει στη γλώσσα μας και το μουσικό όργανο δηλαδή αλλά και το όργανο συγχρόνως μέσω του οποίου εκφράζεται ο άνθρωπος.
Πιο ώριμος ο λόγος του στην επόμενη ποιητική συλλογή του, όπου γίνεται έντονα μεταφορικός, με τη χρήση παραμυθιών και παραβολών, κατά την προσφιλή έκφραση του Σεφέρη ( Δες το ποίημα «Ο Τελευταίος Σταθμός»), οδηγείται σε έναν έντονο διονυσιασμό που του επιτρέπει να βλέπει, κατά τη γνώμη μου, και την άλλη πλευρά των πραγμάτων και το μεταφυσικό τους βάθος.
Η τρίτη του ποιητική συλλογή φαίνεται πιο προσωπική, ο λόγος γίνεται πιο οικείος και ο ποιητής καταδύεται στον μέσα του κόσμο και ανιχνεύει, με πάθος και πείσμα, αγωνίες και συναισθήματα, σκέψεις και επιθυμίες ενώ συνάμα έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την πιο κοινή ανθρώπινη μοίρα, τον θάνατο, σαν ίσος προς ίσον, χωρίς μεταφυσικούς κορδακισμούς και μεμψίμοιρη προσποίηση. Ο ποιητής πάσχει, δέχεται ολόκληρη την ενέργεια του αντικειμένου, συνάμα όμως το παρατηρεί με κάθε προσοχή και σεβασμό, όπως και ο καιόμενος στο ομώνυμο ποίημα του Τάκη Σινόπουλου. Ο θάνατος είναι ο θάνατος των πάντων κι όχι αυτός μονάχα που αντιμετωπίζει καθημερινά κάθε ανθρώπινη ύπαρξη.
Η ίδια αντιμετώπιση και της ομορφιάς και του έρωτα υπάρχει και στο ανά χείρας βιβλίο του Στάθη Κουτσούνη. Τούτο επιτυγχάνεται, εκτός των άλλων, και με την επιστράτευση καλά χωνεμένων τρόπων και μοτίβων του δημοτικού τραγουδιού και της λαϊκής παράδοσης. Η συλλογή αυτή περιέχει μερικά από τα καλύτερα, κατά τη γνώμη μου ερωτικά ποιήματα που γράφτηκαν στην εποχή μας. Εξαιρώ μονάχα το ποίημα «Ανίατη» κι αυτό για ψυχολογικούς λόγους, γιατί μου δημιουργεί μέσα μου μια αίσθηση ψύχρας και παγωνιάς και η συμβίωση ή η αντικατάσταση της αγαπημένης, παρά τον ενυπάρχοντα αυτοσαρκασμό, με την σπονδυλαρθρίτιδα, μια απώθηση.
Η ομορφιά στο Στάθη Κουτσούνη δεν αποτελεί μια αισθητική ή μεταφυσική κατηγορία που την ατενίζεις ενεός, με ανοιχτό το στόμα. Ενέχει βέβαια και αυτό το στοιχείο αλλά κυρίως είναι μια σκληρή και μερικές φορές τραγική και κάποτε αποτρόπαιη πραγματικότητα που πρέπει να την αντιμετωπίσεις ο ίδιος με τις δικές σου δυνάμεις και να την αντέξεις ως το τέλος γιατί μπορεί, αν δεν προσέξεις, να σε συντρίψει: «με βρήκε το πρωί κομματιασμένο
ανάμεσα στις τρομερές
σκλήθρες της ομορφιάς σου
΄Ετσι η συλλογή αρχίζει ανάποδα, από το τέλος δηλαδή. ΄Ισως για να ξορκίσει το κακό. Το πρώτο ποίημα ονομάζεται «Επίλογος». Σαν να μπαίνεις στην ιστορία ή τη ζωή από το τέλος, όχι βέβαια από την πίσω πόρτα. ΄Ισως γιατί η παράλληλη παρουσία του θανάτου, αν και μικρή σε ένταση, όμως είναι δραστήρια, επηρεάζει τα μέγιστα την καθημερινότητα του ανθρώπου κι αυτός πασχίζει συνεχώς και με αγωνία να μαζέψει τα κομμάτια της ύπαρξής του, όπως στις βακχικές γιορτές της αρχαιότητας, το πνεύμα των οποίων επιβιώνει και σ’ αυτή τη συλλογή, ενώ συγχρόνως ανασημασιοδοτούνται παμπάλαιες, αρχετυπικές μορφές της ποιητικής μας κληρονομιάς και αποχτούν καινούριο νόημα, όπως π.χ. η Ελένη ή η Πηνελόπη.
΄Ένα από τα καλύτερα ποιήματα αυτού του βιβλίου είναι: «Ο Τοκετός». Σ’ αυτό παρουσιάζεται η γραφή ενός ποιήματος με τη γέννηση ενός μωρού. Βέβαια η εικόνα είναι κοινότοπη αλλά η συσχέτιση των λέξεων ευρηματική. Με το ποίημα: «Απεικόνιση» μας γνωστοποιεί ότι η κατασκευή ενός ποιήματος, όπως ακριβώς η κατασκευή του γεφυριού της παράδοσης, απαιτεί και τη συγκεκριμένη θυσία, της γυναίκας του πρωτομάστορα δηλαδή και γι’ αυτό, όπως είναι φυσικό στις μέρες μας, παραμένει ένα ανέφικτο και απροσπέλαστο ιδανικό. Η κατασκευή του ποιήματος, λοιπόν, είναι μη κατακτήσιμη ενέργεια γι’ αυτό και ο ποιητής προσπαθεί να προσεγγίσει το εφικτό μόνο υποδυόμενος κάθε φορά διάφορους και διαφορετικούς ρόλους.
Η ομορφιά, λοιπόν, τρομοκρατεί. ΄Η τρομοκρατείται; Η απάντηση είναι μάλλον υποκειμενική. Ας μην ξεχνάμε ότι ο ποιητής ηλικιακά ανήκει στη γενιά που ονομάστηκε «γενιά του ιδιωτικού οράματος». ΄Αλλωστε, η καταστροφή της ύπαρξης, ο κατακερματισμός σώματος και ψυχής δεν μπορεί παρά να τρομοκρατεί και την ίδια την ομορφιά. Το μόττο της συλλογής, ένας στίχος του Υβ Μπονφουά, μιλάει κι αυτός για την καταστροφική δύναμη της ομορφιάς που έχει τη δύναμη να αφανίσει την ύπαρξη. Τελικά, παραμένει, κατά τη γνώμη μου, το ερώτημα: η ομορφιά είναι ευχή ή κατάρα για τον άνθρωπο; Και η ποίηση έρχεται με τη σειρά της να το εξετάσει ως ιστορικό γεγονός, ως υπαρξιακή ανάγκη ή ως φιλοσοφική έκφραση και ψυχική επαγρύπνηση.
Συμπερασματικά, ο Στάθης Κουτσούνης βρίσκεται πια στην ωριμότητά του. Ο ποιητικός του λόγος είναι συμπαγής και ενιαίος και από συλλογή σε συλλογή ή από ποίημα σε ποίημα δεν παρατηρούνται μεγάλες ή θεαματικές αλλαγές και μετακινήσεις του ποιητικού υποκειμένου από θέση σε θέση. Ο ποιητής φαίνεται πως έχει βρει οριστικά το δρόμο του και αυτόν ακολουθεί κατά γράμμα παρά την τάση για αμφισβήτηση που τον διακρίνει ή την απογοήτευση και το άγχος που τον διακατέχει. Τα ποιήματα της τελευταίας του ποιητικής μας επιβεβαιώνουν με τον καλύτερο τρόπο την παρατήρηση αυτή.
Ανδρέας Φουσκαρίνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου