Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Ο αφανισμός της Μήλου στο Θουκυδίδη και το Ρίτσο


Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

Ο Γ. Καισαρίδης για τις Φρυκτωρίες

Βέροια, 26 – 5 - 2011-06-07


Αγαπητέ Ανδρέα,
Σε ευχαριστώ που με θυμάσαι και με τιμάς με την προσφορά του βιβλίου σου.
Ζητώ συγγνώμη για την τόσο καθυστερημένη απάντησή μου, αλλά η ζωή με τραβάει διαρκώς από δω κι από κει.
Μου άρεσε ιδιαίτερα το έργο σου
- το πόσο «γοητευμένος» εμφανίζεσαι από τις γλυκιές αμαρτίες
- η αντίστασή σου στην τάξη, υμνώντας το απαγορευμένο
- την ευθύνη του δημιουργού / ποιητή
- τον ανατρεπτικό λόγο και το «αναρχικό» πνεύμα
- τις σκοτεινές / συγκλονιστικές πλευρές του ΄Έρωτα

Πάνω απ’ όλα θαυμάζω το κουράγιο σου και το πνεύμα σου το ακατάβλητο…

Να είσαι καλά
Γ. Καισαρίδης

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

Ο Ιωσήφ Αργυρίου γι9α τις Φρυκτωρίες

Πύργος 30.8.10 Φίλε Ανδρέα
Χαίρετε.
Χθες πήρα τις «Φρυκτωρίες» σου. (΄Έλειπα 1 μήνα στη Κέρκυρα). Είναι μια θαυμάσια συλλογή γνήσιων ποιημάτων ανώτατης πνευματικής στάθμης.
Χτυπάς κάθε υποκρισία (Αρχίζεις με την θρησκευτική! Από Θεού άρξασθαι!...) και κατεστημένο και σάπιο και διεφθαρμένο. Κατουράς τις «ηρωικές» επετείους (Πολυτεχνείο κ.ά. Μου θύμισες το παιδί που κατουράει στο βασιλικό στέμμα- Μ. Πλωρίτης), γιαουρτώνεις τον στρατιωτικό, δαχτυλοδείχνεις τον βίαιο μπάτσο, μιλάς για τα ετοιμόρροπα σχολεία μας (Δίπλα σε «μεγαλοπρεπείς» ναούς!) και την αθλιέστατη παιδεία μας μέση-ανώτερη-ανώτατη, φτύνεις τους πολιτικούς (Βοθροκαθαριστές! Αδιόρθωτες πόρνες – «Η απόφαση» κ.ά.), θρηνείς για την ερημιά και μοναξιά μες στο πλήθος του βρώμικου κόσμου μας (Αυτά θα βρουν μπροστά τους οι νέοι άνθρωποι που θάρθουν στον κόσμο μας, τα «αλιγενή υψίπεδα»! Μέρη σαν την «αλμυρά έρημο» στην Τουρκία, όπου χιλιάδες ΄Ελληνες άφησαν τα κουφάρια τους. Φρονώ πως –έστω στο ασυνείδητό σου- το ποίημα «Η προσάρτηση» είναι κι έντονα αντιπολεμικό.
Στο ποίημα «Κάποιος πυρπολήθηκε σήμερα» ίσως είχες –συνειδητά ή υποσυνείδητα- υπόψη σου και το ποίημα «Η στάχτη» του Γ. Παυλόπουλου (Εκεί βρίσκεται και ο ποιητής!)
Στέλνω και 5 διηγήματά μου. (Από τα 13 που άρχι9σα να γράφω τα τελευταία 2-3 χρόνια. Πιστεύω, πως ξεπερνούν το μέτριο. Θέλω και τη γνώμη σου. Σ’ αφήνω.).
Με φιλία

Σχόλιο για τις Φρυκτωρίες από τον Στάθη Κουτσούνη

Αγαπητέ μου Ανδρέα, σ' ευχαριστώ πολύ για τις Φρυκτωρίες σου.
Πολύ ωραία ποιήματα, ειλικρινά τα χάρηκα,
έχουν ένα σαρκασμό και μια ειρωνεία που με γοήτευσαν πραγματικά.
Να ΄σαι καλά και να γράφεις.
Και με την ευκαιρία, καλή σχολική χρονιά!
Φιλικά,
Στάθης Κουτσούνης

Ποιητικές συμπληγάδες: Για την ποίηση του Ανδρέα Φουσκαρίνη

Του Ανδρέα Σκαμπαρδώνη


Ο Φουσκαρίνης τύπωσε την πρώτη του συλλογή το 1980, με το ψευδώνυμο Αρχίλοχος Ναβίδης, Πρελούντιο, είναι ο τίτλος της, δηλαδή μουσικό προανάκρουσμα. Θα κατανοήσουμε καλύτερα το δεύτερο βιβλίο του –Συμπληγάδες Πέτρες και άλλα συναφή τιτλοφορείται- αν ρίξουμε μερικές διερευνητικές ματιές στο προηγούμενο. Τα ποιήματα του Πρελούντιου εκτείνονται από το 1972 («Μνήμη Γιώργου Σεφέρη») έως την Πρωτομαγιά του 1979 («Δοξαστικό της πικρής στιγμής»). Η συλλογή δεν περιέχει όλα όσα έγραψε τη συγκεκριμένη περίοδο. Ο ποιητής περιορίζεται σε μιαν αυστηρή και επώδυνη επιλογή στίχων. Τα πικρά χρόνια της νιότης σημαδεύουν εκείνα τα ποιήματα. Η μελαγχολική διάθεση τα διαποτίζει. Η ποιητική έκφραση του συναισθηματισμού του όμως θυμίζει, εδώ κι εκεί, άλλες εποχές, αισθητικά παρωχημένες.
Στο Πρελούντιο υπάρχουν λέξεις κι εκφράσεις που θυμίζουν αισθητική άλλων καιρών: περγέλιο (σελ. 7), (γδυμνό κουπί (σελ. 23), αδίκια τυράγνια (σελ.27).
Δεν επιχειρώ να μειώσω την αξία της πρώτης συλλογής του Φουσκαρίνη, αλλά να επισημάνω το στίγμα της. Ο τίτλος της σημαίνει προοίμιο, άλλωστε. Σπανίζει η περίπτωση να εμφανίζεται κανείς εξαρχής πάνοπλος στον πνευματικό στίβο. Αφήνω δε κατά μέρος ότι αυτό, κάποτε, δρα ανασταλτικά στην περαιτέρω πορεία του. Η τέχνη είναι πολύ δύσκολη και ιδιότυπη υπόθεση. Συμπεριλαμβάνονται πάντως, στο Πρελούντιο και ποιήματα που απέχουν παρασάγγας από τον παρωχημένο συναισθηματισμό. Η αισθητική τους είναι σύγχρονη. Το πιο αντιπροσωπευτικό δείγμα, το «Επιτύμβιο ενός τρωγλοδύτη», μαρτυρεί τις δυνατότητες του Φουσκαρίνη τις οποίες πρέπει να εκμεταλλευθεί.
Η ενότητα Συμπληγάδες πέτρες», γραμμένη κατά τη διάρκεια των ετών 1972-1980, είναι πολυκύμαντη στη συναισθηματική της φόρτιση. Η πλούσια σε εξωτερικά γεγονότα εποχή της σύνθεσής της εκφράζεται με την αντιφατικότητα που τη διακρίνει, εξίσου αντιφατικά στον υποκειμενικό κόσμο του ποιητή. «Μαύρο σκοτάδι πλανιέται παντού», αλλά «ο άνθρωπος πρέπει να ζήσει!» (σελ. 11). Ο ποιητής ζητεί από την ψυχή του να κρατηθεί γερά στις επάλξεις, ώσπου ν’ αρχίσει το μεγάλο τραγούδι.
΄Έως τότε, όμως θα επικρατεί «γαλήνη στη χώρα των τάφων» (σελ. 12). Δε βλέπει πουθενά το φως που θα «τρυπήσει το μαύρο σκοτάδι», ενώ «οι νέοι δεν μπήκαν ακόμη μπροστά», «Ακανθώδες το ζήτημα της διαδοχής!» (σελ. 15). Και τους υπόλοιπους στίχους της ενότητας τους διαρρέει το ίδιο πνεύμα. ΄Έως τώρα αντέξαμε, τονίζει. Αλλά πότε θα έρθει ο λυτρωμός; Πλέοντας κανείς ανάμεσα σε συμπληγάδες πέτρες, οπωσδήποτε δεν γνωρίζει το αποτέλεσμα του ταξιδιού. Προσπαθεί να κρατηθεί όρθιος κι ελπίζει. Τα συναισθήματά του είναι αντιφατικά, γιατί πότε οι πέτρες πάνε να τον συντρίψουν, πότε αποφεύγει τον κίνδυνο. Επομένως, δεν πρέπει να παραξενευόμαστε όταν αυτή η αντιφατικότητα εκφράζεται στην ίδια ποιητική ενότητα.
Η ενότητα «Παραλλαγές» (1978-1979) εντάσσεται στον ίδιο ιδεολογικό κι αισθητικό χώρο. Την απαρτίζουν εφτά ποιήματα. Η ίδια στυφή γεύση κι εδώ, η ίδια μελαγχολική διάθεση. Η ζωή φεύγει διαρκώς, «κανείς δεν μπορεί ν’ ανακόψει του χρόνου την πένθιμη επέλαση» (σελ. 28). Ο στίχος θυμίζει, όπως και τόσοι άλλοι του Φουσκαρίνη, Καρυωτάκη. Θυμίζει, απλώς… Ο ποιητής μας δεν είναι καρυωτακικός. Η δική του ατμόσφαιρα διαφέρει από εκείνη του αυτόχειρα της Πρέβεζας. Ενώ η ποίηση του δεύτερου είναι σαρκαστική και σκληρή, η μελαγχολία του πρώτου διαρρέεται από έναν γλυκερό συναισθηματισμό. Τις «Παραλλαγές» καθώς και τις «Συμπληγάδες πέτρες» τις χαρακτηρίζει η σύγχρονη θεματική. Αλλά, εντούτοις, κι εδώ έχουν παρεισφρήσει εκφράσεις της παλαιάς ποίησης:
«΄Ήρθε η ώρ’ αδελφοί μου
της χαράς οι τρανοί γυρολόγοι
να σταθούν να ζεστάνουν τα χέρια
που πάγωσαν σε κρύο αιώνων
στ’ ανεμόδαρτα υψώματα»,
γράφει ο Φουσκαρίνης στο τέλος των «Παραλλαγών» (σελ. 30).
Περιοδικό ΑΛΦΕΙΟΣ, τεύχος 8-10, Χειμώνας 95-Καλοκαίρι 96 (Αποσπάσματα). Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ Πύργου, Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010, σελ. 34, από τη στήλη «Πολιτιστικοί Ορίζοντες με θέα το Ιόνιο» της πεζογράφου Ζωής

Ανδρέα Φουσκαρίνη; «Φρυκτωρίες» - Ποίηση

Της Λίτσας Δαμουλή-Φίλια

Ο ποιητής Ανδρέας Φουσκαρίνης αυτή τη φορά διάλεξε τον τίτλο Φρυκτωρίες για την ποιητική συλλογή που πρόσφατα εξέδωσε από τις εκδόσεις του Γιώργου Δημητρόπουλου «Βιβλιοπανόραμα», 2010. Οι φρυκτωρίες στην αρχαιότητα ήταν η μετάδοση σημάτων με πυρσούς κατά τη νύχτα σε μακρινές αποστάσεις.
Μα την αλήθεια ωραίος τρόπος για να μεταδίδεις σήματα μακριά, με σιωπηλό τρόπο, κι ο καθένας ας το πάρει όπως θέλει… Κάτι αντίστοιχο έκαναν και οι Ινδιάνοι στους λόφους της Αμερικής κάποτε.
Είναι ένας τρόπος σιωπηλής διαμαρτυρίας η ποίηση του Φουσκαρίνη, διαποτισμένη με έντονη ειρωνεία για τους θεσμούς και οτιδήποτε καλοβολεμένο και ψεύτικο κοινωνικά. Ο Φουσκαρίνης αναφέρεται σε νοικοκυρές βαλτωμένες στη δήθεν τάξη του σπιτιού τους, στους πολιτικούς κυρίως, στις πόρνες που θέλουν ν’ αλλάξουν ζωή, στους αυτοπυρπολούμενους ποιητές. Ακόμη και με τον ΄Όμηρο τα βάζει που δεν αφήνει ήσυχο τον «πολυμήχανο» Οδυσσέα στις θάλασσες, και τελειώνει τη ζωή του σ’ ένα «ρημαγμένο χωριό», στο ποίημα «Οδυσσέως απόλογος». Για τον Φουσκαρίνη είναι αδιανόητο κάτι τέτοιο, παράλογο, και συμφωνεί μάλλον με τον Ντίνο Χριστιανόπουλο σχετικά με τις «Ιθάκες» και τις νοσταλγίες τους… κι όχι τόσο με τον Καβάφη. Σαρκασμός μέχρι μηδενισμού από τον Ανδραβιδιώτη λόγιο, και μπόλικη φιλοσοφία που φυσιολογικά φέρνει η πείρα και η ωριμότητα. Η ωριμότητα δε χρειάζεται απολογία ούτε αποδείξεις ούτε ντροπές, αναστολές και μισόλογα. Αναζητά στο κάθε τι την ουσία και την ποιότητα.
Οι Ηλείοι για παράδειγμα κουράστηκαν από τις υποσχέσεις και «τα κούφια λόγια τα μεγάλα» των πολιτικών, έτσι προέκυψε από τον Φουσκαρίνη το ποίμα «Ο κουμπάρος»;
« Ο χωρικός
Με τη νταμιτζάνα στο χέρι
Και το ταγάρι παραμάσχαλα
Πήγε να δει το βουλευτή του
Και να του ευχηθεί τα βέλτιστα
Στο πολυτελές του γραφείο
Της πλατείας Κολωνακίου»
………………………………
Γνωστή αυτή η φιγούρα του ευκολόπιστου αγρότη που ανεβαίνει στο τραίνο φορτωμένος όλα τα καλά από τον κόπο του για τον δήθεν κουμπάρο και πολιτικό στην Αθήνας. Η Ηλεία και η Αθήνα. Τι αντιπαράθεση! Δυο κόσμοι τόσο διαφορετικοί! Ο πολιτικός τον αγνοεί συστηματικά. Πόσες φορές τη γέλασαν την Ηλεία, της έταξαν και της τάζουν (πριν και μετά τις πυρκαγιές), από την εποχή των παππούδων μου ακόμη, απ΄ όσο θυμάμαι τουλάχιστον.
Αλλά κι αλλού το θέατρο συνεχίζεται, «η παράσταση» καλά κρατεί:
«Την περίμεναν όλοι με αδημονία.
΄Όμως δεν έγινε ποτέ, γιατί η νομάρχις
Μεταμορφώθηκε σε πιανίστρια παρωχημένης εποχής»
……………………………………………………
Μάστιγα τηε εποχής οι πολιτικοί με τις φανφάρες τους στις μεγάλες πλατείες και την κενότητα των λόγων τους κατάντησαν μισητοί από το λαό. Στο ποίημα «Τα λόγια του πολιτικού» γράφει ότι όλα αυτά είναι κενά ουσίας και τίποτ’ άλλο. «Τον τελευταίο λόγο» για τον ποιητή Ανδρέα Φουσκαρίνη τον έχουν οι ποιητές. Αλοίμονο δηλαδή αν δεν υπήρχαν κι αυτοί! Οι ποιητές «ματώνουν» πρώτα και μετά φτιάχνουν ποίηση. Βιώνουν με πόνο την πραγματικότητα και τη μετατρέπουν σε τέχνη γράφει στο «Ποίημα που δεν μπορεί να γίνει ποίημα»:
«Μα έτσι θαρρείς πως χτίζονται τα ποιήματα;
Και τι είναι οι λέξεις, πέτρες κι αγκωνάρια
Να τα σωριάσεις τεχνικά το ένα πάνω στο άλλο»
…………………………………………………..
Καταφύγιο για τον ποιητή η τέχνη του. Ωστόσο η καθημερινότητα τον απορροφά, χάνει χρόνο και «μοιράζεται στα δύο» για να επιβιώσει όπως οι κοινοί θνητοί. Γράφει στην «Πληρωμή»:
«Τη νύχτα τα όνειρα οργιάζουν
την ημέρα
σκυμμένο το κεφάλι
για τον επιούσιο
……………………
Η μόνη γνήσια πληρωμή
Ο θάνατος…»
΄Έχουμε πράγματι βυθιστεί στη βιοπάλη και δεν μπορούμε να ζήσουμε αληθινά. Η παραπλάνηση από τα Μέσα μαζικής επικοινωνίας είναι μεγάλη καο οδηγεί στην αποπλάνηση. Ο Φουσκαρίνης γράφει χαρακτηριστικά στο «Δείχτε μας κάτι»:
«Πορνό και καράτε
Μπαφιάσαμε.
Δείχτε μας κάτι
Πιο εποικοδομητικό
…………………….»
Ο άνθρωπος για τον Φουσκαρίνη είναι ένα ζώο με χαλινάρια που ζει συμβατικά και περιορισμένα τη ζωή του ανάμεσα στους πειρασμούς. Γράφει στο «Ταξίδι»:
«Αφήσαμε την ψυχή μας σ’ ένα παλιό καμίνι
και μπήκαμε σε χώρες λωτοφάγων
καράβια δίχως γυρισμό.
Δεν ξέρω πού φτάσαμε
-ή κι αν φτάσαμε δεν έχει σημασία
………………………………….»
Μέσα σ’ όλο αυτό τον κοσμοχαλασμό ένα μετράει για τον ποιητή και το διαπιστώνει με θλίψη και πόνο: η έλλειψη του έρωτα και της αγάπης. Στον «Παυσίλυπο ΄Έρωτα» γράφει:
«Πέρασε τόσος καιρός
Δεν ακούς πια
Τον χαμένο ρυθμό της αγάπης
Που διάβηκε το άδειο λιβάδι τα μεσάνυχτα
Και χάθηκε»
Αλλά αναρωτιέται «πώς μπορεί να στεριώσει» η ζωή «χωρίς τη ζεστασιά του μεσημεριανού αγκαλιάσματος». Ο ποιητής ψάχνει για την Ευρυδίκη του που δεν φαίνεται από πουθενά. Να ‘χει περάσει στον κάτω κόσμο και να την συναντήσει κάποτε εκεί ή όχι;
Ωστόσο η αγάπη είναι το άλας της ζωής, είναι απαραίτητη για όλους, πόσο μάλλον για τους ποιητές!
Απελπισμένα είναι τα σήματα με τους πυρσούς που στέλνει ο Φουσκαρίνης από την Ηλεία και ελάχιστα συγκινήθηκαν οι πολιτικοί, οπότε αναρωτιέται αν οι «Φρυκτωρίες» θα αποδώσουν.
Στο «Φθινοπωρινό» γράφει:
«Το τραγούδι πικρό κι η οδύνη μεγάλη
Το περίσσευμα της καρδιάς μας ελάχιστο
Και ο κόσμος σκορπίζει παντού
Σαν τα φύλλα του πλάτανου
Με τις πρώτες βροχές του φθινόπωρου»
……………………………………………
Ο ποιητής προειδοποιεί απελπισμένα μέσα από την ποιητική συλλογή του. Ανάβει πυρσούς, κάνει σινιάλο, στέλνει S.O.S. σα;ν τα καράβια σε τυφώνα. Μάλλον έχει την εντύπωση ότι το καράβι μας βυθίζεται…
21 Σεπτεμβρίου 2010
(περιοδικό «3η Χιλιετία», τεύχος 46, 2010, σελ. 36-37)

Σκέψεις και στοχασμοί

Σκέψεις και στοχασμοί
πάνω
στην ποιητική συλλογή

«Φρυκτωρίες»

του Ανδρέα Φουσκαρίνη






Μαργαρίτα Αργυράκη
φιλόλογος





Η ψύχρα της νύχτας ήταν διαπεραστική, βασανιστική, ατελείωτη για τον φρουρό που αγρυπνά, με καρφωμένα τα μάτια του στο σκοτεινό ορίζοντα. Αγρυπνά και περιμένει. Περιμένει το φωτεινό σινιάλο του πυρσού που θα σημάνει το τέλος ,του δικού του μαρτυρίου και αλίμονο, την αρχή του μαρτυρίου του αφέντη του. Και ξάφνου, στην ησυχία της νύχτας, ακούγεται η φωνή του, μια κραυγή χαράς και ανακούφισης.
ὦ χαῖρε λαμπτήρ νυχτός, ω, σε χαιρετώ φλόγα της νύχτας,
ἡμερήσιον φάος πιφάσκων που μέσα στο σκοτάδι σαν φώς ημέρας
φαίνεσαι .
τά δεσποτῶν γάρ εὖ πεσόντα Γιατί, την καλή τύχη που έχουν οι αφέντες
θήσομαι. μου θα λογαριάσω δική μου,
τρίς ἕξ βαλούσης τῆσδέ μοι αφού τρεις φορές εξάρες μου έφερε, αυτό
φρυκτωρίας. Το φωτεινό σημάδι
Με αυτά λοιπόν τα φωτεινά σήματα, τις φρυκτωρίες, επέλεξε ο Αισχύλος στην Ορέστειά του, να αναγγείλει την επιστροφή του Αγαμέμνονα στο Άργος. Με τον ίδιο, φαινομενικά σιωπηλό, αλλά αλήθεια , τόσο εύγλωττο τρόπο, επέλεξε ο Ανδρέας Φουσκαρίνης να μεταδώσει τα φλογερά μηνύματα που φέρνουν τα ποιήματα της 3ης ποιητικής συλλογής του με τίτλο «Φρυκτωρίες».Και λέω, φλογερά, γιατί ο Α.Φ. είναι ένας λογοτέχνης γνώμης, κριτικής, διαμαρτυρίας, αμφισβήτησης, ανατροπής. Τα ποιήματά του τόσο με το μεγάλο εύρος των θεμάτων τους ( κοινωνικοί θεσμοί, αντιλήψεις, ανθρώπινες συμπεριφορές, σχέση του παρόντος με το ιστορικό παρελθόν. Όσο και με τον τρόπο που παρουσιάζονται ( το ύφος, την πεζολογικότητα του στίχου, την πληθώρα των πραγματολογικών στοιχείων που περιέχουν, τη γλώσσα τους), αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες των εμπεριστατωμένων γνώσεων του ποιητή και των κατασταλαγμένων απόψεών του.
ΟΙ «Φρυκτωρίες» του Α.Φ. απαρτίζονται από τρεις επί μέρους μικρότερες ενότητες ποιημάτων με τους τίτλους: Φρυκτωρίες, Νύχτες, Έρος λυσιμελής και παυσίλυπος. Πρόκειται ,στο σύνολό τους σχεδόν, για ποιήματα γνώμης, κριτικής, σχολιασμού που αφορούν σε πρόσωπα, καταστάσεις, απόψεις, συμπεριφορές, συναισθήματα.
Το ύφος των ποιημάτων είναι έντονα ειρωνικό και με αυτόν τον τρόπο ο ποιητής


άλλοτε διακωμωδεί ,
όπως στο ποίημα « Ο κουμπάρος» ή στο ποίημα « Η νοικοκυρά
Ο χωρικός Βγήκε χαρούμενη και γελαστή
Με τη νταμιτζάνα στο χέρι Περήφανη
Και το ταγάρι παραμάσχαλα Για το πραγματικό μεγαλείο
Πήγε να δει το βουλευτή του της νοικοκυροσύνης της
Και να του ευχηθεί τα βέλτιστα Όλα ταχτοποιημένα στην
Στο πολυτελές του γραφείο εντέλεια
Της πλατείας Κολωνακίου Και με τάξη
………………………………….. ………………………………….
Άλλοτε πάλι του δίνεται η δυνατότητα να σαρκάσει,
Όπως στο ποίημα « Ο ξεναγός»
Ξέχασε ο δύστυχος
Ή τέλος πάντων δεν τον πληροφόρησε κανείς
Πως στη γειτονική Ιταλία
Δείχνουν πρώτα τα νέα
Και μάλιστα σε στύση
Κι ύστερα πάνε και στ’ αρχαία
Για ρέμβη κι ενδοσκόπηση
……………………………………..
ή
στο ποίημα « Η αναγκαιότητα των βοθροκαθαριστών»
Ευτυχώς που οι βόθροι
Αργούν να γεμίσουν ως πάνω
Αλλιώς
Τι θα γινόμαστε
Χωρίς
Βοθροκαθαριστές !

Συχνά, μ’ αυτό το έντονα ειρωνικό του ύφος αποδομεί
Όπως στο ποίημα « Τα προσωπεία»
Δώδεκα μασκαράδες
Φόρεσαν τα γιορτινά τους
Και βγήκαν αμέριμνοι στην αγορά
Χωρίς τις μάσκες τους
Τη μέρα της Αποκριάς
…………………………
ή στο ποίημα « Το σπίτι μου»
Το σπίτι μου βλέπει στη θάλασσα
Ανθισμένα τα πτώματα μαύρο το πέλαγος
Σκορπίζουν παντού τον ακάθιστο δείπνο
………………………………………………
Και άλλοτε , φτάνει μέχρι την ανατροπή
Όπως το ποίημα « Οδυσσέως απόλογος»
………………………………………………
Όμηρε πως το μπόρεσες
Να τον αφήσεις να σαπίσει
Στο ρημαγμένο του χωριό;
Τόση αλμύρα η θάλασσα
Δε λησμονιέται με τη σύνταξη
Στα λιανοχώραφα της νήσου του
Και στον οντά της ιμερτής αλόχου.

ή στο ποίημα « Έρως»
Έρως ανίκατε μάχαν!
Πόσες φορές νικήθηκε αρχαίε ποιητή;
Το ξέρεις;
Πόσες φορές επήρε λάθος δρόμο
Κι η μάχη έγινε αλλού
Στην πλήρη απουσία του;

Μελετώντας τον στίχο των ποιημάτων της συλλογής διαπιστώνουμε ότι είναι, κατά βάση ,πεζολογικός και διακρίνεται για την λιτότητά του. Σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται ακόμα και ελλειπτικός, αφού μία λέξη, αποτελεί έναν στίχο. Πρόκειται λοιπόν για έναν στίχο , κυριολεκτικά σπάραγμα που άλλοτε
με έμμεσο τρόπο καταγγέλλει
Όπως στο ποίημα « Το ντέρμπυ»
Το ντέρμπυ
Ήταν
Σκληρό
Τρεις
Νεκροί
Και ογδόντα
Τραυματίες
Ανακοίνωσε με θλίψη
Το νυχτερινό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ
……………………………………………….
Και άλλοτε μοιάζει με κατηγορηματική δήλωση, όπως στο ποίημα
« Οιδίπους 2»
Εγώ
Νίπτω
Τας χείρας μου
………………….
Επικεντρώνοντας την προσοχή μας σε εκείνα τα ποιήματα της συλλογής που ο ποιητής έχει επιλέξει να τα γράψει στο πρώτο πρόσωπο, στο εγώ, διαπιστώνουμε ότι, παρόλο τον χαμηλόφωνο και πολλές φορές εξομολογητικό τόνο τους, πλημμυρίζουν κυριολεκτικά από έντονα , κατά βάση, συναισθήματα. Συναισθήματα γνωστά ,που γεννιούνται στον καθένα από μας στη διάρκεια της ζωής του , σημάδι πως ο ποιητής γνωρίζει πολύ καλά την ανθρώπινη ψυχή.

Διακρίνουμε λοιπόν το πάθος και μάλιστα το ερωτικό, στο ποίημα
« Έρος λυσιμελής , απόσπασμα 3»
Σ’ αγαπώ
Σαν τη γύμνια του κορμιού μου
Την Άνοιξη
Σαν το κύμα που σκάει αφρίζοντας
Στα βράχια της πατρίδας μου
Τι μπορείς να μου πεις
Για το τέλος του ατέλειωτου πόνου
Το μεγάλο τραγούδι της Άνοιξης
Στο καταχείμωνο
Αστερόεσσα εσύ λαμπερή
Που δεν λες να μου δώσεις
Το σώμα σου;

Διακρίνουμε επίσης τον πόνο, ίσως την απελπισία, στο ποίημα « Σπουδές»
Που να πάω λοιπόν;
Πώς να κουνήσω τα πόδια μου
Αχρηστεμένα από το βάρος του Χρόνου;
Που η τρύπα να κρυφτώ;
Να λουφάξω, να χαθώ για πάντα από τα μάτια του κόσμου τούτου;

Όμως διακρίνουμε επίσης, και την αγωνία ,που συχνά στοιχειώνει τη ζωή μας.
στο ποίημα « Ρόπτρα»
……………………………………
Ένα είναι το ρόπτρο που αγαπώ: το αερόστατο
Όταν απογειώνεται
Παίρνει μαζί του και το σπίτι
Και σ’ ελευθερώνει
Αντίθετα
Η κεφαλή της μέδουσας
Φοβάμαι
Μήπως πετρώσει τα όνειρά μου.

Διακρίνουμε, ακόμα, την τρυφερότητα, αυτό το αίσθημα που συχνά, ενσταλάζεται τόσο καταπραϋντικά στις ανασφάλειές μας
στο ποίημα
« Έρος παυσίλυπος, απόσπασμα 4»
Έλα τώρα γλυκιά μελωδία
Να ανθίσεις εξαίσια
Στα κόκκινα χείλη της αγαπημένης
Που κοιμάται ντυμένη
Το λευκό μεγαλείο του έρωτα
Αγκαλιά με τρελές ανεμώνες.

Όμως, άλλωστε δεν θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά, διακρίνουμε ακόμα και την απογοήτευση, συναίσθημα τόσο συχνό πλέον στη ζωή μας,
στο ποίημα «Ταξίδι»
Αφήσαμε την ψυχή μας σ’ ένα παλιό καμίνι
Και μπήκαμε στη μαύρη θάλασσα
Να ταξιδέψουμε σε χώρες λωτοφάγων
Καράβια δίχως γυρισμό
Δεν ξέρω που φτάσαμε
-ή αν φτάσαμε. Δεν έχει σημασία-
………………………………………
Εξετάζοντας, τώρα, πιο ειδικά το περιεχόμενο των ποιημάτων της συλλογής «Φρυκτωρίες», διαπιστώνουμε ότι στο στόχαστρο του ποιητή μπαίνουν μια σειρά θεσμοί που πάνω τους χτίζεται η κοινωνία μας. Πρόκειται ,αρχικά, για την πολιτική και τους παντός είδους υπηρέτες της. Ο ποιητής αναφερόμενος σ’ αυτούς στα ποιήματά του ,τους παρουσιάζει να πρωταγωνιστούν σε ποικίλους ρόλους , με ποικίλες μορφές. Πρόκειται για τους ηγήτορες, τους βοθροκαθαριστές, τον κουμπάρο- βουλευτή, το φαμφαρόνο πολιτικό, τη νομάρχη που μεταμορφώθηκε σε πιανίστρια παρωχημένης εποχής αλλά και τον γέρο πρώην αντιρρησία, τον τραμπούκο, τους καταληψίες, τον εύελπη.
Αντικείμενο της κριτικής του γίνεται και η παιδεία, όπως επίσης και ο θεσμός της οικογένειας
Ακόμα , μελετώντας τον άνθρωπο, στο στόχαστρό του μπαίνουν οι ανθρώπινες συμπεριφορές που καθορίζουν και την ποιότητα των ανθρώπινων σχέσεων.
Επίσης ,αρκετά φαίνεται να τον απασχολεί ,η σχέση του παρόντος με το ιστορικό παρελθόν.
Οι διαπιστώσεις που αποκομίζει από την ποιητική ενασχόληση με όλα αυτά, σίγουρα, δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές. Γι’ αυτό ,άλλωστε, εκπέμπει τα φωτεινά και , γιατί όχι, αφυπνιστικά του μηνύματα.
Με οργή, άλλοτε κρυμμένη και άλλοτε φανερή αλλά και με έντονα, σαρκαστική διάθεση αποκαλύπτει:
Αρχικά την υποκρισία που κυριαρχεί παντού
Την υποκρισία στην πολιτική,
Όπως στο ποίημα «Ο κουμπάρος» ,
…………………………………………….
Ο κουμπάρος του
Δεν τον θυμήθηκε αμέσως
Οι εκλογές
Μόλις είχαν τελειώσει
Και οι επόμενες
Αργούσαν πολύ ακόμα
Την υποκρισία που κυριαρχεί στην ανθρώπινη συμπεριφορά, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας θα λέγαμε.
όπως στο ποίημα « Η απόφαση»
Δεκαοκτώ χιλιάδες φορές
Η πόρνη
Αποφάσισε
Να σταματήσει
Το ατελείωτο πέρα δώθε
Δεκαοκτώ χιλιάδες φορές
Το ξανάρχισε
Με τον ίδιο ρυθμό
Και στο ίδιο σημείο ακριβώς.
Για να τη βρίσκουν οι πελάτες της, είπε.
…………………………………………….
Παράλληλα στηλιτεύει το συντηρητισμό και την ψευτοηθική τόσο των θεσμών και των ιδεών, όσο και των προσώπων.
Όπως στο ποίημα « Δείχτε μας κάτι»
Πορνό και καράτε
Μπαφιάσαμε
Δείχτε μας κάτι
Πιο εποικοδομητικό
Να χαρούν
Κι οι παρθένες οι άμωμες
Με τους ατελείωτους κότσους
Και τις προσευχές
Στα βαθύσκια των τρούλων.

Ή στο ποίημα «Η αναγκαιότητα των βοθροκαθαριστών»
……………………………………………………………………
Η ατμόσφαιρα αποπνικτική
Και μυσαρή έως θανάτου
Το λευκό της αγνότητας
Χάθηκε ανεπιστρεπτί
Είπε ο γυμνασιάρχης
Διαρρηγνύοντας τα ιμάτιά του με αποστροφή.

Αυτή την εμμονή στη στηλίτευση της ψευτοηθικής διακρίνουμε
Και στο ποίημα «« Οιδίπους 2»
Εγώ
Νίπτω
Τας χείρας μου
Είπε ο πατέρας τους με στόμφο, εσείς
Τραβάτε το δρόμο της απωλείας.
Την άλλη μέρα το πρωί
Τον βρήκαν στο κρεβάτι
Αγκαλιά
Με τη φιλάσθενη κόρη του
…………………………….
Έντονα σαρκαστικός, καυτηριάζει επίσης την κομπορρημοσύνη, και τον φανφαρονισμό , ιδιαίτερα προσφιλή για κάποιους.
όπως στο ποίημα
«Τα λόγια του πολιτικού»
Τα λόγια του πολιτικού
Αστραποβόλησαν
Σαν πύρινες γλώσσες οργισμένης ρομφαίας
Στις τσιμεντένιες πλάκες της πλατείας
Κατακεραυνώνοντας ταυτόχρονα φίλους και αντιπάλους
Το ασταμάτητο χειροκρότημα του πλήθους
Αδηφάγο
Κατάπιε
Τη βροντή και τη λάμψη τους
Κανείς δε θα τα θυμηθεί ποτέ!
………………………………….
Καταγγέλλει επίσης με ένταση, την παντελή έλλειψη ιδανικών και στόχων που συχνά χαρακτηρίζει θεσμούς και πρόσωπα.
Όπως στο ποίημα « Η κατάληψη»
Όπου αρχικά διαπιστώνεται ότι:
Η κατάληψη έγινε
Με τάξη και συνέπεια
Εξόχως επαναστατική
Πλήρης η οργάνωση και υποδειγματική
Των καθηκόντων και των υποχρεώσεων του καθενός
……………………………………………………………
Για να καταλήξει
Δεν πρόσεξαν μονάχα οι καταληψίες
Ότι το κτίριο ήταν ετοιμόρροπο
Και η κατάληψη
Δεν χρειαζόταν καν.

Από το στόχαστρο της κριτικής του δεν ξεφεύγει επίσης ο τυχοδιωκτισμός και η μηδενική διορατικότητα των παντός είδους ηγητόρων.
Όπως στο ποίημα « Η συγκέντρωση»
Η συγκέντρωση Οι ηγήτορες όμως
Ήταν Ενθουσιασμένοι
Ιδιαίτερα εντυπωσιακή Δεν πρόσεξαν διόλου
Δύο χιλιάδες φοιτητές Την πλημμυρίδα
Και πεντακόσιοι οικοδόμοι Που τους σάρωσε
Τα έκαναν όλα Μέρα μεσημέρι
Γυαλιά καρφιά

Ο Α.Φ, με ιδιαίτερη ευαισθησία, θέτει στο κέντρο της ποιητικής ματιάς του τον άνθρωπο. Ανήσυχος, τον παρακολουθεί να γίνεται όλο και περισσότερο ατομιστής, αδιάφορος για όσα συμβαίνουν γύρω του , όπως στο ποίημα « Στο ρυθμό του ντίσκο»
Ο κρεμασμένος
Θλιβερός αυτόχειρας μιας ταραγμένης εποχής
Κουνούσε πέρα δώθε το κορμί του
Σαν εκκρεμές. Δύο βήματα πιο πέρα
Χιλιάδες νεαροί κουνιόντουσαν επίσης
Στο ρυθμό του ντίσκο σαν εκκρεμή.
Η συναυλία δινόταν για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
…………………………………………………………..
Συχνά, βλέπει τον άνθρωπο να ευτελίζεται και να γελοιοποιείται
όπως στο ποίημα « Στον ιππόδρομο»
Στο Φαληρικό Δέλτα Να μην τους χάσουμε παιδιά
Δεν υπήρχαν πια Αποτελούν το γραφικό στοιχείο μας
Άλλα περιθώρια Μια κάποια ατραξιόν ας πούμε
Σοβαρού κέρδους Ενδιαφέρουσα κι ελκυστική
Για αυτούς που ωρύονταν Για τα ατημέλητα στίφη των επισκεπτών
Τετάρτη και Σάββατο μας.
Μπροστά στα άδεια ταμεία
Του Ιπποδρόμου

Τον εξοργίζει όταν τον παρακολουθεί να συναλλάσσεται παντοιοτρόπως και με κάθε τίμημα όπως στο ποίημα « Το σκώμμα»
Τα άλματα ξέρεις, είναι για τους σαλτιμπάγκους
Για όσους έχουν τη δύναμη, την αντοχή, την άνεση
Να συνδιαλέγονται με όλους και για όλα
Μα πρώτα πρώτα πρέπει
Να τα’ χεις καλά με τον εαυτό σου
Αυτό μετράει τελικά.

Συχνά ,συγκλονισμένος, βλέπει τον άνθρωπο, ακόμα και να αυτοενεχειριάζεται ανυποψίαστος, ίσως,
όπως στο ποίημα « Το άλογο»
Το άλογο είναι υπερήφανο ζώο
Δέχεται το χαλινάρι και υπηρετεί
Το αφεντικό του
Με συγκατάβαση και παραδοχή.
Ο άνθρωπος είναι κι αυτός υπερήφανο ζώο,
Κατασκευάζει ο ίδιος τα χαλινάρια του
Και τα προσαρμόζει με επιτυχία
στον εαυτό του.

Από την ανατρεπτική ματιά του Α.Φ. δεν ξεφεύγει ούτε, η εν πολλοίς κυρίαρχη τάση, εξωραϊσμού και εξιδανίκευσης του ιστορικού μας παρελθόντος και δη του αρχαιοελληνικού. Η εντελώς στείρα, επιφανειακή και πολλές φορές ανιστόρητη, προσέγγισή του. Γι’ αυτό και στο ποίημά « Τρεις χιλιάδες χρόνια», με σημείο αναφοράς την ακρόπολη των Μυκηνών αρχικά επισημαίνει:
Το αίμα των σκλάβων που έλιωσαν εδώ
Τριγυρίζει σαν έρημο πουλί
Και ζητάει εκδίκηση
Και αποφασισμένος, δηλώνει κατηγορηματικά:
Τούτη την πύλη
Που μάτωσε τόσες φορές στους αιώνες
Τούτη την πύλη
Που πέτρωσε τόσες φορές τη ζωή
Τούτη την πύλη
Τη μίσησα
Δεν θα διαβώ
Το κατώφλι της
Πιά.


Φυσικά, μέσα στις «Φρυκτωρίες»κυριαρχικός είναι ο ρόλος της Τέχνης της Ποιήσεως, αφού, έμμεσα ή άμεσα, σ’ αυτήν αναφέρονται τέσσερα από τα ποιήματα της συλλογής.
Η ποίηση ,κατά τον Α.Φ. αντανακλά, κάθε φορά, όσα συμβαίνουν στην κοινωνία και στη ζωή. Είναι ο καθρέφτης τους, όπως διαπιστώνεται
στο ποίημα « Φθινοπωρινό»
Σκόρπιοι και οι στίχοι μας, σκόρπιοι
Χαράγματα πάνω σε θρυμματισμένα μάρμαρα.
Χαράζουν την άσπρη γραμμή της ζωής.
Χαράζουν τη μαύρη γραμμή του θανάτου.

Η ποίηση λοιπόν, είναι συνοδοιπόρος του ανθρώπου στη ζωή και στο θάνατο. Καταστάλαγμα εμπειρίας, πνευματικού και ψυχικού μόχθου, κατάθεση ψυχής του ποιητή . Του ποιητή, που με πόνο, με αγωνία βιώνει την πραγματικότητα και την μετουσιώνει σε τέχνη, όπως μας εξομολογείται ο Α.Φ στο
«Ποίημα που δεν μπορεί να γίνει ποίημα»
Μα έτσι θαρρείς πως χτίζονται τα ποιήματα;
Και τι είναι οι λέξεις, πέτρες κι αγκωνάρια
Να τα σωριάσεις, τεχνικά, το ένα πάνω στο άλλο
Κι ύστερα νάρθει ο ήρωας να το ξεθεμελιώσει;
Και με νεκρό τον κόσμο των ανθών και των σωμάτων;

Η ποίηση είναι πανταχού παρούσα, ακόμα και όταν εμείς είμαστε απόντες. Μια δύναμη που εμπνέει, ωθεί και κάποτε, γιατί όχι, πυρακτώνει τα όνειρά μας. Τα όνειρά των δυνατών ανθρώπων , όπως γράφει ο Α.Φ. στο ποίημά του « Στον Π. Α. Σινόπουλο, χαιρετισμός»
Νάσαι καλά, ευυπόληπτε πολίτη.
Ο χρόνος είναι σύμμαχος στους δυνατούς
Κι η ποίηση στην αγκαλιά του χρόνου πάντα
Θα πει τον τελευταίο λόγο.

Και πράγματι η ποίηση θα πει τον τελευταίο λόγο, ακόμα και αν ο ποιητής είναι , φαινομενικά, απών όπως στο ποίημα
« Κάποιος πυρπολήθηκε σήμερα»
Κάποιος πυρπολήθηκε σήμερα
Φορώντας τα γιορτινά του
Στην κεντρική πλατεία της πρωτεύουσας
Όταν γινόταν παρέλαση.
Η μυρωδιά της βενζίνης
Σκόρπισε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
Τα θλιβερά απομεινάρια
Μιας καρδιάς που διαλύθηκε
Στα εξ ων συνετέθη.
Ήταν τρελός, είπε κάποιος
Διστάζοντας λιγάκι βέβαια μα το είπε.
Όχι, όχι, αγάπησε πολύ
Τον αντίκρουσε με βεβαιότητα
Μια κοντή με γυαλιά.
Που τέντωνε το κορμί της σαν τόξο για να δει.
Έτσι κάνουν συνήθως στην Ανατολή
Παρατήρησε ο διανοούμενος
Και κούνησε το κεφάλι του με συγκατάβαση
Ανασηκώνοντας συνεχώς τα γυαλιά του
Και μια γριά Αμερικάνα
Oh, it’s fantastic, it’s fantastic
Ξεφώνιζε με ενθουσιασμό
Και τράβαγε αμέτρητες αναμνηστικές φωτογραφίες
Για τη μακρινή της πατρίδα
Κι ο μαχαλόμαγκας
Που βρέθηκε εντελώς συμπτωματικά
Και οπωσδήποτε έξω από τα νερά του
Ρε το μαλάκα, είπε
Και τράβηξε το δρόμο του
Αδιάφορος για τα περαιτέρω.
Με την αναμενόμενη εμφάνιση της αστυνομίας
Διαλύθηκαν όλοι στη στιγμή
Κι έμεινε μόνη μια γυναίκα
Που σπάραξε
Πάνω στη στάχτη.

Ο ποιητής
Που ήταν;

Σ’ αυτό το γεμάτο αγωνία ερώτημα, νομίζω ότι η απάντηση είναι μία και ιδιαίτερα ελπιδοφόρα:
Η ποίηση, πάντα θα λέει τον τελευταίο λόγο
Ναι λοιπόν και φυσικά δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Η ποίηση , η εμπνευσμένη ποίηση, είναι αυτή που πάντα θα λέει τον τελευταίο λόγο. Έναν λόγο που θα αποκαλύπτει, θα καταγγέλλει, θα προτρέπει, θα παρηγορεί , θα εμπνέει, ακόμα κι αν ο ποιητής είναι μέσα στη φωτιά, ακόμα κι αν έγινε στάχτη, για να βάλει φωτιά στα όνειρά μας.